Επικοινωνήστε με τον ιατρό ή κλείστε ραντεβού.
Ο καρκίνος όρχεως αποτελεί το 1% των νεοπλασμάτων σε ενήλικες και περίπου το 5% των ουρολογικών καρκίνων, με 3 – 5 νέα περιστατικά ανά 100.000 άντρες.
Κατά την αρχική διάγνωση στο 1 – 2% είναι αμφοτερόπλευρος. Εμφανίζεται σε άντρες ηλικίας 15- 40 ετών. Αποτελεί την πλέον θεραπεύσιμη μορφή καρκίνου του ουροποιητικού συστήματος (πενταετής επιβίωση: 95%) και διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:
Τους όγκους γεννητικών κυττάρων (σεμίνωμα και μη-σεμινωματώδεις όγκοι) και τους όγκους στρώματος.
Εμφανίζεται συνήθως σαν μία ανώδυνη ψηλαφητή σκληρία στον έναν όρχι (50 – 60%), πιο συχνά στο ΔΕ (όπως και η κρυψορχία χωρίς να υπάρχει γνωστή αιτία και εξήγηση).
Ένα ποσοστό των ασθενών αναφέρει στο παρελθόν ιστορικό τραύματος στο σύστοιχο όρχι, γεγονός το οποίο καθυστερεί την επίσκεψη του ασθενή στον ουρολόγο και καμιά φορά περιπλέκει τη διάγνωση. Σε περιπτώσεις που συμβεί μία κεντρική νέκρωση του όγκου ή συνυπάρχει μία φλεγμονή (όρχεο- επιδιδυμίτιδα στο 10%), τότε ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει πόνο (27%) και πυρετό. Μπορεί να συνυπάρχει υδροκήλη και γυναικομαστία (7%).
Προδιαθεσικούς παράγοντες για καρκίνο όρχεως αποτελούν:
Σημαντικό να γνωρίζετε! Η ανεύρεση φυσιολογικών επιπέδων των καρκινικών δεικτών δεν αποκλείει τη διάγνωση νεοπλάσματος όρχεως. Στο 10 – 15% των μη σεμινωματωδών όγκων, έχει παρατηρηθεί πως τα επίπεδά τους είναι φυσιολογικά.
Η πρώτη θεραπευτική προσέγγιση είναι ορχεκτομή, με υψηλή απολίνωση του σπερματικού τόνου ανεξάρτητα του σταδίου της νόσου. Στη συνέχεια η ιστοπαθολογική εξέταση θα αναδείξει τον ακριβή ιστολογικό τύπο του νεοπλάσματος. Το αποτέλεσμα της βιοψίας, σε συνδυασμό με το στάδιο της νόσου, θα καθορίσει τα επόμενα βήματα που μπορεί να είναι από τη συστηματική παρακολούθηση, τη χορήγηση χημειοθεραπείας ή ακτινοβολίας έως και τον συνδυασμό τους.
Η ανάγκη για ενδεχόμενο συνδυασμό θεραπευτικών λύσεων καθιστά σημαντική τη συνεργασία του Ουρολόγου με μία Ογκολογική και ίσως Ακτινοθεραπευτική ομάδα.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ενώ ο συγκεκριμένος καρκίνος έχει ένα εξαιρετικά υψηλό βαθμό ίασης, οι θεραπείες που είναι απαραίτητες για την αντιμετώπισή του μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα. Ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί στις περιπτώσεις εκείνες, που ο ασθενής θα πρέπει να λάβει και συμπληρωματικά σχήματα με χημειοθεραπεία και/ή ακτινοθεραπεία:
Είναι η θεραπευτική προσέγγιση που εάν ο καρκίνος εντοπίζεται μόνο στον ένα όρχι ή ο ετερόπλευρος όρχις είναι φυσιολογικός, τότε δεν επηρεάζεται η γονιμότητα του ασθενούς.
Η τοξικότητά της επηρεάζει σημαντικά την αναπαραγωγική ικανότητα του ασθενούς και τη σπερματογένεση. Ιδιαίτερα σε αυτή την περίπτωση κρίνεται απαραίτητη η κατάψυξη (κρυοσυντήρηση) σπέρματος.
Η έκθεση του φυσιολογικού όρχι στην ακτινοβολία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την γονιμότητα. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιείται ειδικός προστατευτικός εξοπλισμός. Και σε αυτή την περίπτωση κρίνεται σκόπιμη η συλλογή και φύλαξη σπέρματος.
Η παρουσία αίματος στο σπέρμα ονομάζεται αιμοσπερμία και είναι πάντα ανησυχητική για τους ασθενείς.
Σε νεότερα άτομα ή χωρίς παράγοντες κινδύνου οφείλεται πιο συχνά σε φλεγμονές του προστάτη ή των σπερματοδόχων κύστεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αιμοσπερμία ανταποκρίνεται στην όποια θεραπεία εφαρμοστεί ενώ μερικές φορές μπορεί να υποχωρήσει αυτόματα.
Σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας ή με παράγοντες κινδύνου η αιμοσπερμία είναι συνήθως εμμένουσα ή υποτροπιάζουσα. Εκτός από τις καλοήθεις αιτίες θα πρέπει να διερευνηθούν οι πιθανές καοήθεις όπως το νεόπλασμα του προστάτη.
Παρότι στο 50% των ασθενών δεν βρίσκουμε μία αιτία η εμφάνιση της αιμοσπερμίας πρέπει πάντα να ελέγχεται από τον Ουρολόγο.
Η παρουσία μίας ψηλαφητής σκληρίας στον όρχι, ιδίως ανώδυνης χρήζει άμεσης εκτίμησης από τον Ουρολόγο. Μπορεί να οφείλεται σε καλοήθεις καταστάσεις όπως σε μία κύστη που δεν είχε γίνει αντιληπτή προηγουμένως. Ενδέχεται όμως να οφείλεται σε κακοήθη όγκο του όρχι. Είναι μία κατάσταση που χρήζει γρήγορης διάγνωσης και άμεσης αντιμετώπισης.
Η κιρσοκήλη αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες ανδρικής υπογονιμότητας, καθώς μειώνει αρχικά την κινητικότητα και στη συνέχεια την παραγωγή των σπερματοζωαρίων.
Η διόρθωση της κιρσοκήλης εξασφαλίζει τη διατήρηση της ποιότητας του σπέρματος ή τη βελτίωσή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση του σπερμοδιαγράμματος στα 2/3 των ασθενών.
Ίσως το σημαντικότερο όφελος από τη διόρθωση της κιρσοκήλης είναι η αναστολή της περαιτέρω ορχικής βλάβης και των επιπτώσεών της στη σπερματογέννεση.
Η αιματουρία αποτελεί σύμπτωμα πολλών και διαφορετικών ουρολογικών παθήσεων, από τις φλεγμονές και τη λιθίαση έως το τραύμα και τις κακοήθειες. Ειδικά όταν δε συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα ή ενοχλήματα (ανώδυνη αιματουρία) κι ανεξάρτητα του βαθμού της, πρέπει να γίνεται εκτίμηση από τον Ουρολόγου για τον αποκλεισμό νεοπλάσματος του ουροποιητικού.
Ο γιατρός θα πρέπει να προχωρήσει στον διαγνωστικό έλεγχο της αιματουρίας με τη διενέργεια μίας σειράς εξετάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται η γενική και η καλλιέργεια ούρων, η κυτταρολογική ούρων, το υπερηχογράφημα, η αξονική κοιλίας, η κυστεοσκόπηση κι ενδεχομένως η ουρητηροσκόπηση για να διαπιστώσει την αιτία.
Κάθε άντρας άνω των 50 ετών (ή άνω των 45 εάν υπάρχει ιστορικό καρκίνου προστάτη σε συγγενή πρώτου βαθμού) πρέπει να επισκέπτεται τον ουρολόγο του για προληπτικό έλεγχο του προστάτη.
Οι εξετάσεις στις οποίες θα πρέπει να υποβάλλεται ο ασθενής είναι
το Υπερηχογράφημα Νεφρών-Κύστης-Προστάτη (προ και μετά ούρησης), η μέτρηση του PSA (Total) και η Δακτυλική εξέταση προστάτου. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 1 ή 2 έτη (βάση συμπτωμάτων και τιμών του PSA).
Το 85% περίπου των λίθων διαμέτρου μικρότερης των 5mm συνήθως αποβάλλονται αυτόματα. Όσο πιο χαμηλά (κοντά στην ουροδόχο κύστη) βρίσκονται οι λίθοι τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αποβληθούν αυτόματα. Η συντηρητική αγωγή δεν είναι κατάλληλη για ασθενείς με παρατεταμένη απόφραξη ή εμμένον άλγος ή ταυτόχρονη λοίμωξη.
Εάν οι πέτρες είναι μεγαλύτερου μεγέθους και/ή εμποδίζουν την ροή των ούρων τότε οι νεφροί αποφράζονται και μπορεί να υποστούν βλάβη. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει είτε να τοποθετηθεί ένα ενδο-ουρητητρικό stent (pig-tail) ή να υποβληθεί ο ασθενής σε χειρουργική αντιμετώπιση του λίθου.
Πιθανόν να έχετε επίσχεση ούρων. Η επίσχεση ούρων είναι η κατάσταση, κατά την οποία ο ασθενής δεν μπορεί να ουρήσει παρότι έχει έντονη επιθυμία. Η επίσχεση ούρων διακρίνεται σε οξεία ή χρόνια.
Η οξεία επίσχεση ούρων είναι μία επείγουσα κατάσταση στην οποία χρειάζεται να τοποθετηθεί άμεσα καθετήρας στην κύστη, για να αδειάσει. Χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και ανησυχία στον ασθενή.
Η χρόνια επίσχεση χαρακτηρίζεται από υπόλειμμα ούρων διάφορου βαθμού το οποίο εγκαθίσταται σταδιακά και η ποσότητα των ούρων μπορεί να μεγαλώνει φτάνοντας να επηρεάζει και τη νεφρική λειτουργία του ασθενή. Συνήθως δεν προκαλεί έντονα συμπτώματα οπότε συνήθως δε γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή και ανακαλύπτεται μόνο σε υπερηχογραφικό έλεγχο.
Οι βασικότερες αιτίες είναι:
Η άνοδος του PSA, ιδίως η απότομη αύξησή του έχει περισσότερες πιθανότητες να οφείλεται σε φλεγμονή παρά σε κακοήθεια. Δεδομένου ό,τι η βιοψία προστάτη είναι μία επεμβατική εξέταση το πρώτο μέλημα του ουρολόγου είναι ο αποκλεισμός της φλεγμονής (προστατίτιδα). Εφόσον αυτή έχει αποκλειστεί τότε πριν τον προγραμματισμό της βιοψίας θα πρέπει να προβούμε στην επανάληψη του PSA σε 3-4 εβδομάδες, στο ίδιο εργαστήριο, χωρίς εκσπερμάτιση και χωρίς χειρισμούς του κατώτερου ουροποιητικού (πχ δακτυλική εξέταση ή κυστεοσκόπηση). Εάν το PSA παραμένει αυξημένο τότε θα πρέπει να προγραμματιστεί μία πολυπαραμετρική μαγνητική προστάτη και στη συνέχεια η βιοψία.
στα Νοσοκομεία:
στο Πολυϊατρείο: