Επικοινωνήστε με τον ιατρό ή κλείστε ραντεβού.
Η υδροκήλη είναι η συλλογή υγρού, διαφορετικής ανάλογα την περίπτωση ποσότητας, εντός της κοιλότητας που σχηματίζει ο ιδίως ελυτροειδής χιτώνας. Υπάρχει δηλαδή μία αυξημένη παραγωγή υγρού, που δεν απορροφάται οπότε και προκύπτει η υδροκήλη.
Ο όρχις περιβάλλεται από μία σειρά χιτώνων, που είναι η συνέχεια δομών του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος. Από έξω προς τα μέσα είναι:
Όπως προαναφέραμε λοιπόν, η υδροκήλη αποτελεί συλλογή υγρού εντός της κοιλότητας που σχηματίζει ο ιδίως ελυτροειδής χιτώνας.
Η υδροκήλη μπορεί να είναι ιδιοπαθής, στις περιπτώσεις που δεν αναγνωρίζεται σαφής αιτιολογικός παράγοντας και δευτεροπαθής, με συνηθέστερες αιτίες τις φλεγμονές και τον τραυματισμό του όρχεως.
Στις δευτεροπαθείς θα προστεθούν οι αντιδραστικής αιτιολογίας υδροκήλες, μετά από επέμβαση στο όσχεο (π.χ. για κιρσοκήλη) ή ακτινοβολία καθώς κι επί παρουσίας νεοπλάσματος όρχεως. Μία ιδιαίτερη κατηγορία είναι η συγγενής υδροκήλη (επικοινωνούσα), όπου υπάρχει επικοινωνία με την κοιλία (περιτοναϊκή κοιλότητα). Οι περισσότερες περιπτώσεις συγγενούς υδροκήλης κλείνουν χωρίς παρέμβαση εντός του πρώτου έτους της ζωής.
Η διάγνωση ξεκινάει με τη λήψη του ιστορικού (για τον εντοπισμό τυχών αιτιών) και την κλινική εξέταση. Συμπληρώνεται με τον υπέρηχο οσχέου, που θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση αλλά έχει και τον σκοπό να αποκλείσει το ενδεχόμενο μίας εκτεταμένης βουβωνοκήλης (που καλείται οσχεοκήλη) ή άλλων αιτιών υδροκήλης (π.χ. όγκος όρχεως).
Επικοινωνήστε με τον ιατρό ή κλείστε ραντεβού.
Η οριστική αντιμετώπιση της υδροκήλης είναι η χειρουργική αποκατάστασή της. Γίνεται με ραχιαία ή γενική αναισθησία με νοσηλεία μίας ημέρας. Σκοπός της επέμβασης είναι η απομάκρυνση του υγρού και του πλεονάζοντος ιδίως ελυτροειδούς χιτώνα, ώστε να μη σχηματιστεί εκ νέου η συλλογή (υποτροπή).
Σ’ εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, αλλά με μεγάλο ποσοστό υποτροπής, μπορεί να γίνει παρακέντηση του υγρού. Αυτή η θεραπευτική επιλογή προτείνεται κυρίως σε ασθενείς, που δε δύναται να χειρουργηθούν για οποιοδήποτε ιατρικό λόγο.
Η παρουσία αίματος στο σπέρμα ονομάζεται αιμοσπερμία και είναι πάντα ανησυχητική για τους ασθενείς.
Σε νεότερα άτομα ή χωρίς παράγοντες κινδύνου οφείλεται πιο συχνά σε φλεγμονές του προστάτη ή των σπερματοδόχων κύστεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αιμοσπερμία ανταποκρίνεται στην όποια θεραπεία εφαρμοστεί ενώ μερικές φορές μπορεί να υποχωρήσει αυτόματα.
Σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας ή με παράγοντες κινδύνου η αιμοσπερμία είναι συνήθως εμμένουσα ή υποτροπιάζουσα. Εκτός από τις καλοήθεις αιτίες θα πρέπει να διερευνηθούν οι πιθανές καοήθεις όπως το νεόπλασμα του προστάτη.
Παρότι στο 50% των ασθενών δεν βρίσκουμε μία αιτία η εμφάνιση της αιμοσπερμίας πρέπει πάντα να ελέγχεται από τον Ουρολόγο.
Η παρουσία μίας ψηλαφητής σκληρίας στον όρχι, ιδίως ανώδυνης χρήζει άμεσης εκτίμησης από τον Ουρολόγο. Μπορεί να οφείλεται σε καλοήθεις καταστάσεις όπως σε μία κύστη που δεν είχε γίνει αντιληπτή προηγουμένως. Ενδέχεται όμως να οφείλεται σε κακοήθη όγκο του όρχι. Είναι μία κατάσταση που χρήζει γρήγορης διάγνωσης και άμεσης αντιμετώπισης.
Η κιρσοκήλη αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες ανδρικής υπογονιμότητας, καθώς μειώνει αρχικά την κινητικότητα και στη συνέχεια την παραγωγή των σπερματοζωαρίων.
Η διόρθωση της κιρσοκήλης εξασφαλίζει τη διατήρηση της ποιότητας του σπέρματος ή τη βελτίωσή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση του σπερμοδιαγράμματος στα 2/3 των ασθενών.
Ίσως το σημαντικότερο όφελος από τη διόρθωση της κιρσοκήλης είναι η αναστολή της περαιτέρω ορχικής βλάβης και των επιπτώσεών της στη σπερματογέννεση.
Η αιματουρία αποτελεί σύμπτωμα πολλών και διαφορετικών ουρολογικών παθήσεων, από τις φλεγμονές και τη λιθίαση έως το τραύμα και τις κακοήθειες. Ειδικά όταν δε συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα ή ενοχλήματα (ανώδυνη αιματουρία) κι ανεξάρτητα του βαθμού της, πρέπει να γίνεται εκτίμηση από τον Ουρολόγου για τον αποκλεισμό νεοπλάσματος του ουροποιητικού.
Ο γιατρός θα πρέπει να προχωρήσει στον διαγνωστικό έλεγχο της αιματουρίας με τη διενέργεια μίας σειράς εξετάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται η γενική και η καλλιέργεια ούρων, η κυτταρολογική ούρων, το υπερηχογράφημα, η αξονική κοιλίας, η κυστεοσκόπηση κι ενδεχομένως η ουρητηροσκόπηση για να διαπιστώσει την αιτία.
Κάθε άντρας άνω των 50 ετών (ή άνω των 45 εάν υπάρχει ιστορικό καρκίνου προστάτη σε συγγενή πρώτου βαθμού) πρέπει να επισκέπτεται τον ουρολόγο του για προληπτικό έλεγχο του προστάτη.
Οι εξετάσεις στις οποίες θα πρέπει να υποβάλλεται ο ασθενής είναι
το Υπερηχογράφημα Νεφρών-Κύστης-Προστάτη (προ και μετά ούρησης), η μέτρηση του PSA (Total) και η Δακτυλική εξέταση προστάτου. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 1 ή 2 έτη (βάση συμπτωμάτων και τιμών του PSA).
Το 85% περίπου των λίθων διαμέτρου μικρότερης των 5mm συνήθως αποβάλλονται αυτόματα. Όσο πιο χαμηλά (κοντά στην ουροδόχο κύστη) βρίσκονται οι λίθοι τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αποβληθούν αυτόματα. Η συντηρητική αγωγή δεν είναι κατάλληλη για ασθενείς με παρατεταμένη απόφραξη ή εμμένον άλγος ή ταυτόχρονη λοίμωξη.
Εάν οι πέτρες είναι μεγαλύτερου μεγέθους και/ή εμποδίζουν την ροή των ούρων τότε οι νεφροί αποφράζονται και μπορεί να υποστούν βλάβη. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει είτε να τοποθετηθεί ένα ενδο-ουρητητρικό stent (pig-tail) ή να υποβληθεί ο ασθενής σε χειρουργική αντιμετώπιση του λίθου.
Πιθανόν να έχετε επίσχεση ούρων. Η επίσχεση ούρων είναι η κατάσταση, κατά την οποία ο ασθενής δεν μπορεί να ουρήσει παρότι έχει έντονη επιθυμία. Η επίσχεση ούρων διακρίνεται σε οξεία ή χρόνια.
Η οξεία επίσχεση ούρων είναι μία επείγουσα κατάσταση στην οποία χρειάζεται να τοποθετηθεί άμεσα καθετήρας στην κύστη, για να αδειάσει. Χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και ανησυχία στον ασθενή.
Η χρόνια επίσχεση χαρακτηρίζεται από υπόλειμμα ούρων διάφορου βαθμού το οποίο εγκαθίσταται σταδιακά και η ποσότητα των ούρων μπορεί να μεγαλώνει φτάνοντας να επηρεάζει και τη νεφρική λειτουργία του ασθενή. Συνήθως δεν προκαλεί έντονα συμπτώματα οπότε συνήθως δε γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή και ανακαλύπτεται μόνο σε υπερηχογραφικό έλεγχο.
Οι βασικότερες αιτίες είναι:
Η άνοδος του PSA, ιδίως η απότομη αύξησή του έχει περισσότερες πιθανότητες να οφείλεται σε φλεγμονή παρά σε κακοήθεια. Δεδομένου ό,τι η βιοψία προστάτη είναι μία επεμβατική εξέταση το πρώτο μέλημα του ουρολόγου είναι ο αποκλεισμός της φλεγμονής (προστατίτιδα). Εφόσον αυτή έχει αποκλειστεί τότε πριν τον προγραμματισμό της βιοψίας θα πρέπει να προβούμε στην επανάληψη του PSA σε 3-4 εβδομάδες, στο ίδιο εργαστήριο, χωρίς εκσπερμάτιση και χωρίς χειρισμούς του κατώτερου ουροποιητικού (πχ δακτυλική εξέταση ή κυστεοσκόπηση). Εάν το PSA παραμένει αυξημένο τότε θα πρέπει να προγραμματιστεί μία πολυπαραμετρική μαγνητική προστάτη και στη συνέχεια η βιοψία.
στα Νοσοκομεία:
στο Πολυϊατρείο: