Επικοινωνήστε με τον ιατρό ή κλείστε ραντεβού.
Η εύκαμπτη Laser νεφρολιθοτριψία (ή ανιούσα ενδονεφρική χειρουργική – RIRS, Retrograde Intrarenal Surgery) είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική για την αντιμετώπιση των λίθων του νεφρού.
Προτείνεται για την αντιμετώπιση λίθων του ανώτερου ουρητήρα και του νεφρού (συνήθως μέχρι 2 εκατοστά ή επί πολλαπλής λιθίασης του νεφρού). Χρησιμοποιούμε το εύκαμπτο ουρητηροσκόπιο, το οποίο σ’ έμπειρα χέρια μπορεί να προσεγγίσει οποιαδήποτε πέτρα σε οποιοδήποτε σημείο του νεφρού. Ο κατακερματισμός της πέτρας επιτυγχάνεται με τη χρήση laser.
Το εύκαμπτο ουρητηροσκόπιο είναι ένα πολύ λεπτό ενδοσκόπιο (διαμέτρου περίπου τεσσάρων χιλιοστών) με μήκος (μήκος εργασίας περίπου 65 εκατοστών) με εύκαμπτο άκρο, που του επιτρέπει την πρόσβαση διαμέσου της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης, στον ουρητήρα, στην πύελο και σε όλους τους κάλυκες του νεφρού. Έχει κανάλι εργασίας μέσα από το οποίο μπορούν να εισαχθούν εργαλεία, όπως καλάθια σύλληψης και ίνες laser για τη διενέργεια της λιθοτριψίας.
Με το ουρητηροσκόπιο έχουμε τη δυνατότητα να επισκοπήσουμε τον ουρητήρα σε όλο του το μήκος και το πυελοκαλυκικό σύστημα του νεφρού και να προσεγγίσουμε τελικά, υπό άμεση όραση, τον λίθο σε οποιοδήποτε σημείο κι αν βρίσκεται. Εάν ο λίθος είναι μικρός μπορεί να πιαστεί μ’ ένα ειδικό καλάθι σύλληψης (basket) και να αφαιρεθεί. Οι μεγαλύτεροι λίθοι χρήζουν κατακερματισμού (δηλαδή σπάσιμο) με τη βοήθεια ινών laser.
Η ουρητηροσκόπηση είναι μία εξέταση που δίνει τη δυνατότητα στον ουρολόγο, με τη βοήθεια του ουρητηροσκοπίου, να εξετάσει εσωτερικά τον ουρητήρα, την πύελο και τους κάλυκες του νεφρού. Η ουρητηροσκόπηση είναι μία διαγνωστική εξέταση και διενεργείται όταν πρέπει να εξετάσουμε το εσωτερικό του ουρητήρα, για να επιβεβαιώσουμε κάποια παθολογική κατάστασή του. Οι συνηθέστερες περιπτώσεις στις οποίες διενεργείται ουρητηροσκόπηση είναι η αιματουρία, η πιθανή ύπαρξη λίθων στον ουρητήρα ή στενωμάτων ή όγκων.
Προηγείται πάντα μία απεικονιστική εξέταση (π.χ. αξονική πυελογραφία), που μας επιτρέπει να μελετήσουμε τους ουρητήρες και τους νεφρούς κι εγείρει την υποψία για την πάθηση του ασθενή. Στη συνέχεια ακολουθεί η ουρητηροσκόπηση, ώστε να επιβεβαιώσει τη διάγνωση και πιθανόν να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Η ουρητηροσκόπηση στην πλειοψηφία των περιπτώσεων γίνεται υπό γενική αναισθησία. Η γενική αναισθησία προσφέρει το πλεονέκτημα της πλήρους αναλγησίας του ασθενούς και επιτρέπει τη χαλάρωση των μυών, γεγονός που βοηθάει τον ουρολόγο να εκτελέσει με ευκολία, ακρίβεια και με τον καλύτερο τρόπο την ουρητηροσκόπηση.
Η παρουσία αίματος στο σπέρμα ονομάζεται αιμοσπερμία και είναι πάντα ανησυχητική για τους ασθενείς.
Σε νεότερα άτομα ή χωρίς παράγοντες κινδύνου οφείλεται πιο συχνά σε φλεγμονές του προστάτη ή των σπερματοδόχων κύστεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αιμοσπερμία ανταποκρίνεται στην όποια θεραπεία εφαρμοστεί ενώ μερικές φορές μπορεί να υποχωρήσει αυτόματα.
Σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας ή με παράγοντες κινδύνου η αιμοσπερμία είναι συνήθως εμμένουσα ή υποτροπιάζουσα. Εκτός από τις καλοήθεις αιτίες θα πρέπει να διερευνηθούν οι πιθανές καοήθεις όπως το νεόπλασμα του προστάτη.
Παρότι στο 50% των ασθενών δεν βρίσκουμε μία αιτία η εμφάνιση της αιμοσπερμίας πρέπει πάντα να ελέγχεται από τον Ουρολόγο.
Η παρουσία μίας ψηλαφητής σκληρίας στον όρχι, ιδίως ανώδυνης χρήζει άμεσης εκτίμησης από τον Ουρολόγο. Μπορεί να οφείλεται σε καλοήθεις καταστάσεις όπως σε μία κύστη που δεν είχε γίνει αντιληπτή προηγουμένως. Ενδέχεται όμως να οφείλεται σε κακοήθη όγκο του όρχι. Είναι μία κατάσταση που χρήζει γρήγορης διάγνωσης και άμεσης αντιμετώπισης.
Η κιρσοκήλη αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες ανδρικής υπογονιμότητας, καθώς μειώνει αρχικά την κινητικότητα και στη συνέχεια την παραγωγή των σπερματοζωαρίων.
Η διόρθωση της κιρσοκήλης εξασφαλίζει τη διατήρηση της ποιότητας του σπέρματος ή τη βελτίωσή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση του σπερμοδιαγράμματος στα 2/3 των ασθενών.
Ίσως το σημαντικότερο όφελος από τη διόρθωση της κιρσοκήλης είναι η αναστολή της περαιτέρω ορχικής βλάβης και των επιπτώσεών της στη σπερματογέννεση.
Η αιματουρία αποτελεί σύμπτωμα πολλών και διαφορετικών ουρολογικών παθήσεων, από τις φλεγμονές και τη λιθίαση έως το τραύμα και τις κακοήθειες. Ειδικά όταν δε συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα ή ενοχλήματα (ανώδυνη αιματουρία) κι ανεξάρτητα του βαθμού της, πρέπει να γίνεται εκτίμηση από τον Ουρολόγου για τον αποκλεισμό νεοπλάσματος του ουροποιητικού.
Ο γιατρός θα πρέπει να προχωρήσει στον διαγνωστικό έλεγχο της αιματουρίας με τη διενέργεια μίας σειράς εξετάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται η γενική και η καλλιέργεια ούρων, η κυτταρολογική ούρων, το υπερηχογράφημα, η αξονική κοιλίας, η κυστεοσκόπηση κι ενδεχομένως η ουρητηροσκόπηση για να διαπιστώσει την αιτία.
Κάθε άντρας άνω των 50 ετών (ή άνω των 45 εάν υπάρχει ιστορικό καρκίνου προστάτη σε συγγενή πρώτου βαθμού) πρέπει να επισκέπτεται τον ουρολόγο του για προληπτικό έλεγχο του προστάτη.
Οι εξετάσεις στις οποίες θα πρέπει να υποβάλλεται ο ασθενής είναι
το Υπερηχογράφημα Νεφρών-Κύστης-Προστάτη (προ και μετά ούρησης), η μέτρηση του PSA (Total) και η Δακτυλική εξέταση προστάτου. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 1 ή 2 έτη (βάση συμπτωμάτων και τιμών του PSA).
Το 85% περίπου των λίθων διαμέτρου μικρότερης των 5mm συνήθως αποβάλλονται αυτόματα. Όσο πιο χαμηλά (κοντά στην ουροδόχο κύστη) βρίσκονται οι λίθοι τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αποβληθούν αυτόματα. Η συντηρητική αγωγή δεν είναι κατάλληλη για ασθενείς με παρατεταμένη απόφραξη ή εμμένον άλγος ή ταυτόχρονη λοίμωξη.
Εάν οι πέτρες είναι μεγαλύτερου μεγέθους και/ή εμποδίζουν την ροή των ούρων τότε οι νεφροί αποφράζονται και μπορεί να υποστούν βλάβη. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει είτε να τοποθετηθεί ένα ενδο-ουρητητρικό stent (pig-tail) ή να υποβληθεί ο ασθενής σε χειρουργική αντιμετώπιση του λίθου.
Πιθανόν να έχετε επίσχεση ούρων. Η επίσχεση ούρων είναι η κατάσταση, κατά την οποία ο ασθενής δεν μπορεί να ουρήσει παρότι έχει έντονη επιθυμία. Η επίσχεση ούρων διακρίνεται σε οξεία ή χρόνια.
Η οξεία επίσχεση ούρων είναι μία επείγουσα κατάσταση στην οποία χρειάζεται να τοποθετηθεί άμεσα καθετήρας στην κύστη, για να αδειάσει. Χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και ανησυχία στον ασθενή.
Η χρόνια επίσχεση χαρακτηρίζεται από υπόλειμμα ούρων διάφορου βαθμού το οποίο εγκαθίσταται σταδιακά και η ποσότητα των ούρων μπορεί να μεγαλώνει φτάνοντας να επηρεάζει και τη νεφρική λειτουργία του ασθενή. Συνήθως δεν προκαλεί έντονα συμπτώματα οπότε συνήθως δε γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή και ανακαλύπτεται μόνο σε υπερηχογραφικό έλεγχο.
Οι βασικότερες αιτίες είναι:
Η άνοδος του PSA, ιδίως η απότομη αύξησή του έχει περισσότερες πιθανότητες να οφείλεται σε φλεγμονή παρά σε κακοήθεια. Δεδομένου ό,τι η βιοψία προστάτη είναι μία επεμβατική εξέταση το πρώτο μέλημα του ουρολόγου είναι ο αποκλεισμός της φλεγμονής (προστατίτιδα). Εφόσον αυτή έχει αποκλειστεί τότε πριν τον προγραμματισμό της βιοψίας θα πρέπει να προβούμε στην επανάληψη του PSA σε 3-4 εβδομάδες, στο ίδιο εργαστήριο, χωρίς εκσπερμάτιση και χωρίς χειρισμούς του κατώτερου ουροποιητικού (πχ δακτυλική εξέταση ή κυστεοσκόπηση). Εάν το PSA παραμένει αυξημένο τότε θα πρέπει να προγραμματιστεί μία πολυπαραμετρική μαγνητική προστάτη και στη συνέχεια η βιοψία.
στα Νοσοκομεία:
στο Πολυϊατρείο: